Κλείνω τα μάτια και θυμάμαι... Πόσες αναμνήσεις. Όλες έχουν χρώματα, εικόνες, αρώματα Θεσσαλίας και αγκαλιές, πολλές αγκαλιές. Ήταν εκείνος και εκείνη... Ο Λεωνίδας και η Ελένη. Ο παππούς και η γιαγιά.
Στη δική μας οικογένεια υπήρχε μητριαρχία. Μία πολύ δυνατή και δυναμική γυναίκα, μια γυναίκα πρότυπο. Δεν λύγιζε, δεν έκανε πίσω, δεν έκανε συμβιβασμούς και αγαπούσε πολύ. Τους πάντες. Είχε μία μεγάλη καρδιά και χωρούσε τους πάντες. Αλλά δίπλα της είχε και έναν άνδρα που τον στήριζε, τον καθοδηγούσε, τον δυνάμωνε. Όταν εκείνη έφυγε, αυτός έμεινε μόνος. Εντελώς μόνος. Μόνο εκείνη ήξερε πώς να τον ακούσει, πώς να σταθεί κοντά του... Ήταν η γιαγιά και ο παππούς.
Ακριβώς 19,5 χρόνια μετά εκείνος έφυγε και πλέον είναι κοντά της. Να μαλώνουν από το πρωί μέχρι το βράδυ, να της λέει "το κεφαλάκι σου βρε Ελένη μου" και εκείνη να κρυφογελάει και να τον αφήνει να γκρινιάζει, γιατί ξέρει πως η δύναμη είναι δική της, πάντα γινόταν το δικό της. Και ας ήταν ισχυρογνώμων εκείνος.
Λένε, "έλα μωρέ, ηλικιωμένος ήταν". Αλλά για εμένα ήταν ο παππούς μου. Ο πρώτος πατέρας που γνώρισα. Ο πρώτος που με κράτησε σαν πατέρας στα χέρια, όταν ο δικός μου θαλασσοπνιγόταν για να μου προσφέρει μία καλύτερη ζωή. Ήταν το σύμπαν μου. Τα χέρια αυτά με κρατούσαν πάντα με αγάπη και τρυφερότητα όταν ο υπόλοιπος κόσμος μου ήταν πολύ σκληρός.
"Λενιώ μου" μου έλεγε και δάκρυζε από αγάπη. Ιδίως όταν έφυγε εκείνη, σε εμένα έβλεπε την απώλειά του. Τα τελευταία χρόνια δεν τον έβλεπα συχνά. Αλλά όταν ήμουν κοντά του, τον άφηνα να μιλά και να μιλά και να μιλά. Τον αγκάλιαζα εγώ πια και τον φιλούσα συνέχεια. "Σ' αγαπώ παππού μου" του έλεγα και εκείνος γέλαγε και έλεγε "εγώ πιο πολύ".
Ναι, ήταν ηλικιωμένος, αλλά ήταν κομμάτι του δικού μου κόσμου που τώρα έμεινε πιο άδειος.
Καλό ταξίδι παππού. Μισούσες τις μετακινήσεις. Γι' αυτό φρόντισες να φύγεις μία και καλή. Και το έκανες πιο ανώδυνο για όλους μας. Εκεί δείχνει πόσο μας αγαπούσες! Ότι φρόντισες να μην πονέσουμε πολύ!
Στη δική μας οικογένεια υπήρχε μητριαρχία. Μία πολύ δυνατή και δυναμική γυναίκα, μια γυναίκα πρότυπο. Δεν λύγιζε, δεν έκανε πίσω, δεν έκανε συμβιβασμούς και αγαπούσε πολύ. Τους πάντες. Είχε μία μεγάλη καρδιά και χωρούσε τους πάντες. Αλλά δίπλα της είχε και έναν άνδρα που τον στήριζε, τον καθοδηγούσε, τον δυνάμωνε. Όταν εκείνη έφυγε, αυτός έμεινε μόνος. Εντελώς μόνος. Μόνο εκείνη ήξερε πώς να τον ακούσει, πώς να σταθεί κοντά του... Ήταν η γιαγιά και ο παππούς.
Ακριβώς 19,5 χρόνια μετά εκείνος έφυγε και πλέον είναι κοντά της. Να μαλώνουν από το πρωί μέχρι το βράδυ, να της λέει "το κεφαλάκι σου βρε Ελένη μου" και εκείνη να κρυφογελάει και να τον αφήνει να γκρινιάζει, γιατί ξέρει πως η δύναμη είναι δική της, πάντα γινόταν το δικό της. Και ας ήταν ισχυρογνώμων εκείνος.
Λένε, "έλα μωρέ, ηλικιωμένος ήταν". Αλλά για εμένα ήταν ο παππούς μου. Ο πρώτος πατέρας που γνώρισα. Ο πρώτος που με κράτησε σαν πατέρας στα χέρια, όταν ο δικός μου θαλασσοπνιγόταν για να μου προσφέρει μία καλύτερη ζωή. Ήταν το σύμπαν μου. Τα χέρια αυτά με κρατούσαν πάντα με αγάπη και τρυφερότητα όταν ο υπόλοιπος κόσμος μου ήταν πολύ σκληρός.
"Λενιώ μου" μου έλεγε και δάκρυζε από αγάπη. Ιδίως όταν έφυγε εκείνη, σε εμένα έβλεπε την απώλειά του. Τα τελευταία χρόνια δεν τον έβλεπα συχνά. Αλλά όταν ήμουν κοντά του, τον άφηνα να μιλά και να μιλά και να μιλά. Τον αγκάλιαζα εγώ πια και τον φιλούσα συνέχεια. "Σ' αγαπώ παππού μου" του έλεγα και εκείνος γέλαγε και έλεγε "εγώ πιο πολύ".
Ναι, ήταν ηλικιωμένος, αλλά ήταν κομμάτι του δικού μου κόσμου που τώρα έμεινε πιο άδειος.
Καλό ταξίδι παππού. Μισούσες τις μετακινήσεις. Γι' αυτό φρόντισες να φύγεις μία και καλή. Και το έκανες πιο ανώδυνο για όλους μας. Εκεί δείχνει πόσο μας αγαπούσες! Ότι φρόντισες να μην πονέσουμε πολύ!
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου